- τοσουταριθμος
- τοσουτάριθμοςτοσουτ-άριθμος2столь многочисленный
(πλῆθος ἀνθρώπων Aesch.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(πλῆθος ἀνθρώπων Aesch.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
τοσουτάριθμος — ον, Α τόσο πολυάριθμος («πλῆθος τοσουτάριθμον ἀνθρώπων», Αισχύλ.) [ΕΤΥΜΟΛ. < τοσοῦτος + άριθμος (< ἀριθμός), πρβλ. πολυ άριθμος] … Dictionary of Greek
τοσουτάριθμον — τοσουτάριθμος of so large a number masc/fem acc sg τοσουτάριθμος of so large a number neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)